Της κουζίνας η αγκαλιά




Στη θαλπωρή μιας κουζίνας βρίσκω πάντα τον εαυτό μου και πάντα οι μυρωδιές ξυπνούν μέσα από τις αισθήσεις τις μνήμες μου.
Οι κουζίνες των γιαγιάδων μου στην παιδική ηλικία, ο εαυτός μου σε μία καρέκλα να παρακολουθεί το ρυθμικό πήγαινε- έλα της δημιουργίας. Μουσικά όργανα τα μαγικά ανοίγματα- του ντουλαπιού το τρίξιμο, του ψυγείου η μουρμούρα, του συρταριού το κουδούνισμα από τα μαχαιροπίρουνα, τα κρουστά καπάκια από τις κατσαρόλες και οι κούφιοι ήχοι από πώματα. Ενορχηστρωτές τα μαγειρικά χέρια, που κράδαιναν απειλητικά κουτάλες, κάρφωναν αποφασιστικά πιρούνια, πριόνιζαν χωρίς οίκτο, τσιμπούσαν αλάτια και πιπέρια, έστυβαν, ξεφλούδιζαν, ανακάτευαν, μέχρι που η πολλή δημιουργικότητα τα έκανε διάφανα. Και μετά αργά, αλλά σταθερά, με ευλάβεια σχεδόν, σέρβιραν τους συνδαιτημόνες σαν να παρουσίαζαν το νέο τους έργο σε κοινό αδηφάγο και με τις αργές τους κινήσεις κέντριζαν το ενδιαφέρον, εξήπταν την περιέργεια, πυροδοτούσαν τη λαιμαργία.
Όχι, δεν είναι καθόλου υπερβολή. τα χέρια που μας ταΐζουν δεν κρατούν μόνο την υγεία μας, κρατούν τις ίδιες μας τις αναμνήσεις. Πολλές φορές όταν μεγαλώνουμε, δεν ανακαλούμε άλλοτε με ευχαρίστηση κι άλλοτε όχι την ανάμνηση μιας γεύσης και μας μυρωδιάς παιδικότητας; Και είναι ακριβώς εκείνος ο πειραματισμός με τις γεύσεις, που μας ωριμάζει. Το πόσο δεκτικοί είμαστε σε νέες γεύσεις υποδηλώνει για το χαρακτήρα μας πόσο θαρραλέος, ριψοκίνδυνος ή δειλός, ανώριμος και παράξενος θα γίνει.
Λένε πως οι άνθρωποι που τρώνε πολλά γλυκά αρνούνται να μεγαλώσουν. Ανακαλούν συνεχώς τις γλυκές γεύσεις της παιδικής ηλικίας για να πειστούν ότι δεν τους εγκατέλειψε.  Οι άνθρωποι που είναι πρόθυμοι να δοκιμάσουν, από την άλλη, γίνονται πιο ώριμοι κι έχουν μεγαλύτερο θάρρος. 
Συμβαίνει, βέβαια, εκείνοι που αγαπούν τα γλυκά να είναι γενικά λάτρεις των γεύσεων κι αυτό, κατά τη γνώμη μου, τους κάνει πιο ενδιαφέροντες, γιατί είναι ένα χαρούμενο κράμα παιδικότητας ώριμης, αν μπορούμε να την ονομάσουμε έτσι. Δεν είναι σοβαροφανείς, αλλά ευαίσθητα θαρραλέοι. Εξερευνούν τη ζωή όπως τα παιδιά, με αφέλεια και αθωότητα, ακόμα κι αν καμιά φορά φοβούνται το άγνωστο σκοτάδι.
Οι κουζίνες είναι τόσο ίδιες στη διαφορετικότητά τους, κάνουν το χρόνο να διαστέλλεται. Καθώς κάθομαι στην καρέκλα της δικής μου κουζίνας μπορώ, αν κλείσω τα μάτια, ακούγοντας το ρυθμικό χτύπο του ρολογιού στον τοίχο, να οδηγηθώ σε μια άλλη κουζίνα, που κι εκεί ακουγόταν το ρυθμικό τικ- τακ του ρολογιού πάνω στο τραπέζι, και να μαι πάλι 5- 10- 15 χρονών, να είναι καλοκαίρι, να μυρίζει τριμμένη ρίγανη, φρέσκια ντομάτα και να είμαι ανέμελη, ήρεμη, να ακούω το ρυθμικό τικ τακ του ρολογιού και να το μπερδεύω με τους χτύπους της καρδιάς μου. Τικ- η κουζίνα μου στην Αθήνα, τακ- η κουζίνα της γιαγιάς στο χωριό, τικ- 32 χρονών, τακ- 12, τικ- μυρωδιά ρίγανης,  τακ- μυρωδιά ρίγανης... εεε.. τι γίνεται εδώ; πόσα κομμάτια παρελθόντος μπορεί να χωρέσει ένα παρόν;
Όλες οι κουζίνες που κάθισα περιμένοντας κάτι, μια κούπα γάλα με ψωμί, ένα πιάτο φαγητό, ένα γλυκό να ψηθεί, ένα γλυκό λόγο να ακουστεί, σχημάτισαν όλα- σταγόνες, ψίχουλα, ψίθυροι- το αόριστο "εγώ" μου, του έδωσαν σχήμα, πνοή, υπόσταση, άρωμα και γεύση. Άλλος θα πει γλυκιά, άλλος ξινή, μα πάλι εγώ θα είμαι μια δοκιμή για κάποιον άλλο, που θα τον φέρει όχι πιο κοντά σε μένα αλλά στον εαυτό του τον ίδιο, αφού το ότι δέχτηκε να με δοκιμάσει, να με γευτεί, τον όπλισε με κουράγιο, θάρρος, αυτοπεποίθηση, όπως γεμίζει το παιδί που για πρώτη φορά μετά το γάλα- την τροφή της ζωής- δοκίμασε μια άλλη γεύση, μια ξεχωριστή υφή, δοκίμασε μια νέα εντύπωση.
Αυτό είμαστε τελικά ο ένας για τον άλλο, τροφή ζωής και δύναμης, περιπετειώδεις και ονειροπόλες γεύσεις, πιπεράτες δαγκωματιές και ξινούτσικες εντυπώσεις, σιροπιαστές αναπολήσεις και πικρές μεταμέλειες...

Σχόλια